Θησαυρός της αρχαίας ελληνικής μουσικής

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ίων, ο Χίος (490/480-περ. 422 π.Χ.)· λυρικός ποιητής, συγγραφέας και συνθέτης-ποιητής τραγωδιών. Συνέθεσε ελεγείες , ύμνους , διθυράμβους και ερωτικά τραγούδια.
Ο Κλεονείδης στην Εισαγωγή του (κεφ. 12) λέει πως ο Ίων χρησιμοποιούσε την ενδεκάχορδη λύρα .

Πρβ. FHG ΙΙ, 44· Bergk PLG ΙΙ, 251-257 και Anth. Lyr. 125-128· επίσης, Page PMG 383-385, απόσπ. 740-746.

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ιωνικόν, είδος χορού προς τιμήν της ’Aρτεμης στη Σικελία. Πολυδεύκης (IV, 103): "τό δε ιωνικόν, Αρτέμιδι ωρχούντο Σικελιώται μάλιστα" (οι Σικελιώτες κυρίως χόρευαν το ιωνικό [ιωνικό χορό], προς τιμήν της ’Αρτεμης).

ιωνικόν μέτρον· μέτρο συνθεμένο από ιωνικούς πόδες (Αριστείδης, 50 Mb, 45 R.P.W.-Ι.). Ο ιωνικός πους αποτελούνταν από τέσσερις συλλαβές (είτε δύο μακρές και δύο βραχείες, ιωνικός "από μείζονος", είτε δύο βραχείες και δύο μακρές, ιωνικός "από ελάσσονος").

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ιώνιος, αρμονία· συνήθως ιαστί ή ιάς αρμονία. Ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν πριν από τον Αριστόξενο, για την αρμονία (οκτάχορδο διαπασών
), sol - sol, δηλ. την ακόλουθη (διατονικό γένος ):

sol fa mi re do si la sol
1 1/2 1 1 1/2 1 1

Ο Πλάτων την ονόμαζε χαλαρά ιαστί (πρβ. λ. αρμονία). Η ιωνική αρμονία ονομαζόταν έτσι από τους Ίωνες και, σύμφωνα με τον Ηρακλείδη Ποντικό, ήταν μια από τις τρεις ελληνικές αρμονίες (οι άλλες δύο ήταν η δωρική και η αιολική ).
H ιωνική αντικαταστάθηκε αργότερα από την υποφρυγική (βλ, λ. υποφρύγιος
αρμονία).
ιώνιος ή ιάστιος τόνος· ο 9ος τόνος στη σειρά των 15 τόνων του νεοαριστοξένειου συστήματος.

Βλ. λ. τόνος

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καθαπτόν, όργανον· όρος που χρησιμοποιούνταν για ένα κρουστό όργανο, που παιζόταν με χτύπημα του χεριού, όπως το τύμπανον . Ο μουσικός Αλκείδης από την Αλεξάνδρεια, ένας από τους δειπνοσοφιστές του Αθήναιου, μιλώντας για την ύδραυλη , αναφέρει τον Αριστοκλή, ο οποίος λέει (Αθήν. Δ., 174C) πως η ύδραυλη "εντατόν ουν και καθαπτόν ουκ αν νομισθείη" (δεν μπορούσε να θεωρηθεί ούτε έγχορδο, ούτε κρουστό όργανο)· για τη λέξη κρουστό χρησιμοποιεί τη λέξη "καθαπτόν".

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καλαβρισμός, ή κολαβρισμός· είδος άγριου πολεμικού χορού της Θράκης και της Καριάς στη Μ. Ασία· Πολυδ. (IV, 100): "κολαβρισμός· Θράκιον όρχημα και Καρικόν". Στον Αθήναιο (ΙΔ', 629D, 27) ο καλαβρισμός αναφέρεται μαζί με τους χορούς που ήταν "λιγότερο ζωηροί, πιο ποικιλμένοι και πιο απλοί".
Η μελωδία πάνω στην οποία χορευόταν ο καλαβρισμός ονομαζόταν κόλαβρος· Αθήν. IE', 697C: "Κτησιφών ο Αθηναίος ποιητής των καλουμένων κολάβρων".
Επειδή η λέξη κόλαβρος σήμαινε, κατά τη Σούδα , "χοιρίδιο", ο χορός θα μπορούσε να ονομαστεί "χορός του χοίρου". Το ρήμα κολαβρίζω σήμαινε χορεύω τον κολαβρισμό· ο Ησύχιος λέει: "πηδώ".
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καλαθίσκος, και χειροκαλαθίσκος· είδος χορού ή φιγούρας χορού. Ο Πολυδεύκης (IV, 105) περιλαμβάνει τον χειροκαλαθίσκο στα σχήματα της τραγικής όρχησης ("και σχήματα μην τραγικής ορχήσεως σίμη, χειροκαλαθίσκος"). Και στον Αθήναιο ο καλαθίσκος ή καλαθισμός αναφέρεται ανάμεσα στα χορευτικά σχήματα (ΙΔ', 629F, 27).
Μια και η λέξη καλαθίσκος σημαίνει μικρό καλάθι, ο χορός μπορεί να ονομαστεί χορός του καλαθιού.

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καλαμαύλης, ένας αυλητής που έπαιζε καλαμένιο αυλό . Ο ποιητής Ηδύλος σ' ένα επίγραμμα του λέει: "αλλά Θέωνα τον καλαμαυλητήν είπατε "χαίρε Θέων", ώσπερ ουν τους τω καλάμω αυλούντας καλαμαύλας λέγουσι νυν" (αλλά χαιρετήστε τον Θέωνα τον καλαμαυλητή "χαίρε Θέων"· ακριβώς όπως ονομάζουν σήμερα εκείνους που παίζουν καλαμένιο αυλό καλαμαύλες).

Βλ. επίσης λ. ραπαύλης .

συν. καλαμαυλητής

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
κάλαμος, σε μια γενική σημασία το καλάμι (το φυτό)· πολλά αντικείμενα κατασκευασμένα από καλάμι ονομάζονταν "κάλαμοι". Έτσι, κάλαμος ήταν το όνομα του αυλού που κατασκευαζόταν από καλάμι· ιδιαίτερα, ο ποιμενικός αυλός .

καλαμόφθογγος· φθόγγος ή ήχος βγαλμένος από καλαμένιο αυλό· Αριστοφ. (Βάτραχοι 230): "Πάν, ο καλαμόφθογγα παίζων" (Ο Πάνας, που παίζει μελωδίες με καλαμένιο αυλό). Το ρήμα καλαμίζω σήμαινε παίζω κάλαμο (αυλό από καλάμι).
Το καλύτερο καλάμι έβγαινε, από τη λίμνη Κωπαΐδα της Βοιωτίας και από αυτό προερχόταν το καλύτερο υλικό για τους Θηβαίους αυλητές. Schol. vet. in Pind. Carm. (έκδ. Α. Β. Drachmann 1910, ΙΙ, 268): "τους δόνακας, οι παρά τω Ορχομενώ φύονται, εξ ών αι αυλητικαί γλωσσίδες γίνονται" (οι δόνακες [λεπτά καλάμια· βλ. λ. δόναξ], που φυτρώνουν κοντά στον Ορχομενό και από τους οποίους κατασκευάζονται οι αυλητικές γλωσσίδες ).

http://analogion.com/forum/showthre...F5%E3%EA%F1%EF%F4%E7%F4%E9%EA%E1%DF#post92239

Σημείωση: Καθώς είναι γνωστό, η αρχαία πόλη Ορχομενός βρισκόταν δυτικά της λίμνης Κωπαΐδας.

Το "αυλητικό καλάμι" ονομαζόταν, κατά τον Θεόφραστο (Περί φυτών ιστορ. IV, 11, 3), ζευγίτης, όταν έμενε στη λίμνη μέχρι τον επόμενο χρόνο και ωρίμαζε ("μείναντα δε τον επιόντα ενιαυτόν αδρύνεσθαι· και γίνεσθαι τον μεν αδρυθέντα ζευγίτην"). Το καλάμι ονομαζόταν βομβυκίας , όταν δεν έμενε στο νερό· από αυτό το καλάμι κατασκευαζόταν ο σωλήνας του αυλού.

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καλλαβίς, συνήθως στον πληθυντικό καλ[λ]αβίδες· χορός της "μέσης"· ένας έντονος και άσεμνος χορός, κατά τον οποίο περιστρεφόταν η μέση. Τον χόρευαν οι Λακεδαιμόνιοι. Ο Ησύχιος γράφει: "καλαβίς· το περισπάν τα ισχία· ή γένος ορχήσεως ασχημόνως των ισχίων κυρτουμένων" (καλαβίς· η περιστροφή των ισχίων· ή ένα είδος χορού [στον οποίο] τα ισχία λυγίζονταν [κάμπτονταν] κατά τρόπο άσεμνο). Ο Εύπολις στην κωμωδία του Κόλακες μνημονεύει τις καλλαβίδες με τους παρακάτω στίχους (Αθήν. ΙΔ', 630Α, 27):
"καλλαβίδας δε βαίνει σησαμίδας δε χέζει"
(περπατάει χορεύοντας καλλαβίδες και χέζει σουσαμόπιτες [σουσαμόπιτα, γλύκισμα των αρχαίων Αθηναίων, όπως το παστέλι]).
Ο Αθήναιος αναφέρει τις καλλαβίδες ανάμεσα στα χορευτικά σχήματα (ΙΔ', 629F).

σχήματα

συν. καλαβίς, καλλαβίδες

http://www.musipedia.gr/
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καλλίνικος, και καλλίνικον (ουδ.)· (α) ένα είδος αύλησης· ο λεξικογράφος Τρύφων στο δεύτερο βιβλίο των Ονομασιών περιλαμβάνει τον καλλίνικο ανάμεσα στις αυλήσεις (Αθήν. ΙΔ', 618C, 9· βλ. λ. αύλησις ).

(β) είδος χορού

· ο Πολυδεύκης στο κεφάλαιο Περί ειδών ορχήσεως (IV, 100) περιλαμβάνει στους χορούς και τον καλλίνικο ("και καλλίνικος, εφ' Ήρακλεί"). Ο Ησύχιος επίσης γράφει: "Καλλίνικος· κύριο όνομα και είδος χορού".

(γ) ως επίθετο σήμαινε "δοξάζοντας, εγκωμιάζοντας μια νίκη": καλλίνικος ύμνος . Πίνδ. 4ος Νεμεόνικος 16: "ύμνον κελάδησε καλλίνικον".

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καλύκη, δημοτικό τραγούδι που τραγουδιόταν από γυναίκες. Πήρε το ονομά του από την Καλύκη, μια κόρη που ατύχησε στον ερωτά της και αυτοκτόνησε πέφτοντας σε γκρεμό. Ο Αριστόξενος στο τέταρτο βιβλίο του Περί μουσικής (FHG ΙΙ, 287, απόσπ. 72, και Αθήν. ΙΔ', 619D, 11) διηγείται τη θλιβερή ιστορία της Καλύκης: "Το τραγούδι γράφτηκε από τον Στησίχορο και σε αυτό μια κορασίδα, ονομαζόμενη Καλύκη, αγάπησε ένα νέο, τον Εύαθλο, και σεμνά παρακαλούσε την Αφροδίτη να τη βοηθήσει να τον παντρευτεί. Αλλά όταν ο νέος την περιφρόνησε, ρίχτηκε σ' έναν γκρεμό. Το τραγικό αυτό γεγονός συνέβη στη Λευκάδα".

Βλ. λ. αρπαλύκη .

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
κανών, κατά την έκφραση του Πορφύριου, "το μέτρο ακρίβειας στις συμμετρίες" (Comment, έκδ. Wallis III, 207). Με τον κανόνα καθορίζονταν οι λόγοι των διαστημάτων.

Ο Πτολεμαίος (έκδ. Wallis Ι, 8, σ. 18, έκδ. I. During, σ. 18) δίνει το ακόλουθο διάγραμμα του κανόνα:

[...]

Σημείωση: αβγδ είναι η ευθεία γραμμή του κανόνα ("ευθεία,του κανόνος")· αεηδ η χορδή·αε, ηδ τα σημεία λαβής, επαφής ("τα και εξάμματα")· εβ, ηγ κάθετες γέφυρες ["καβαλάρηδες"] ("κάθετοι μαγάδες")· ; κκ, λλ μικροί κινούμενοι "καβαλάρηδες" ("μαγάδια κινούμενα").

Βλ. Νικόμ. Εγχειρ. 10· Γαυδ. Εισαγ. 11. Επίσης, λ. Ευκλείδης. Ο κανών ήταν όπως το μονόχορδο.

κανόνιον· υποκοριστικό του κανόνα.

http://www.musipedia.gr/
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καρικόν, μέλος· είδος επικήδειου τραγουδιού· μοιρολόι. Επίσης, είδος θρηνητικής αύλησης . Το όνομά του οφείλεται στον τόπο της προέλευσής του, την Καρία, που βρισκόταν στα ΝΔ της Μ. Ασίας. Ο Πολυδεύκης γράφει (IV, 75): "θρηνώδες γαρ το αύλημα το Καρικόν". Στους Βατράχους (1302) ο Αριστοφάνης αναφέρει: "Καρικά αυλήματα". Ο κωμικός Πλάτων επίσης λέει σ' ένα απόσπασμα που διασώθηκε (Kock CAF I, 620, απόσπ. 69, στ. 12-13): "αυλούς δ' έχουσά τις κορίσκη καρικόν μέλος τι μελίζεται τοις συμπόταις" (μια κορούλα εκτελεί με τον αυλό μια θρηνητική μελωδία στους συμπότες). Πρβ. Σούδα .

Ο Ευστάθιος (Παρεκβολαί εις την Ιλιάδα, σ. 1372, 27-28) αναφέρεται επίσης σ' αυτά: "και ωδαί θρηνητήριοι· οποία ύστερον και τα λεγόμενα μέλη καρικά" (και θρηνητικά τραγούδια· σαν κι αυτά που αργότερα ονομάστηκαν καρικά μέλη).
Καρική μούσα· θρηνωδούσα μούσα (μουσική). Ο [URL="http://analogion.com/forum/showthread.php?p=92251&highlight=%D0%EB%DC%F4%F9%ED#post92251"]Πλάτων[/URL] στους Νόμους (800Ε) λέει: "καρική τινι μούση προπέμπουσι τους τελευτήσαντας" (με κάποιο είδος καρικής μούσας [επικήδειας μουσικής] συνοδεύουν τους πεθαμένους).
Καρικός ήταν επίσης στην αρχαία μετρική ένας ρυθμός συνθεμένος από έναν τροχαίο
(- U) και έναν ίαμβο


(U -): - U U -· ο καρικός ήταν μια άλλη έκφραση για τον χορίαμβο .

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καρπαία, δημοτικός ή πολεμικός χορός, που χόρευαν οι Αινιάνες και οι Μάγνητες, αρχαίες ελληνικές φυλές της Θεσσαλίας. Έγινε γνωστός από μια ενδιαφέρουσα και λεπτομερειακή περιγραφή του Ξενοφώντα στην Κύρου Ανάβαση (βιβλ. ς', Ι, 7-8). Τον χόρευαν δύο πρόσωπα και είχε σκοπό να περιγράψει με τις πολύπλοκες κινήσεις του την πάλη ανάμεσα σ' ένα γεωργό και ένα ληστή. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ξενοφώντα, ο πρώτος χορευτής, ο γεωργός, αφού βάλει κατά μέρος τα όπλα του, μιμείται με το χορό του τις κινήσεις της σποράς και του ζευγαρίσματος, ενώ κοιτάζει γύρω σαν από φόβο. Ο δεύτερος χορευτής, ο ληστής, αρπάζει τα άρματα και του επιτίθεται. Η πάλη συνεχίζεται για ένα χρονικό διάστημα και τελειώνει, είτε με τη νίκη του ληστή, ο οποίος δένει το γεωργό και αρπάζει τα βόδια του, είτε με τη νίκη του γεωργού, ο οποίος συλλαμβάνει το ληστή, τον δένει πάνω στο ζυγό με τα βόδια και φεύγει. Η καρπαία χορευόταν με συνοδεία αυλού ("και ούτοι ταύτ' εποίουν εν ρυθμώ προς τον αυλόν").
Συναντούμε επίσης τη λέξη καρπέα ή κάρπεα· Ησ.: "κάρπεα· όρχησις
Μακεδονική".

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καρυάτις, είδος χορού

προς τιμήν της ’Aρτεμης, που χόρευαν στις Καρυές της Λακωνίας. Το όνομα του χορού, φαίνεται, προήλθε από τις Καρυές, όπου κάθε χρόνο γίνονταν τα Καρυάτεια, γιορτή προς τιμήν της ’Aρτεμης της Καρυάτιδας. Πρβ. Πολυδ. (Περί ειδών ορχήσεως IV, 104).
Το ρήμα καρυατίζω σήμαινε χορεύω το χορό καρυάτις ή χορεύω προς τιμήν της Καρυάτιδας ’Αρτεμης.
Ο Λουκιανός (Περί ορχήσεως 10) έγραφε: "Λακεδαιμόνιοι μεν άριστοι Ελλήνων είναι δοκούντες παρά Πολυδεύκους και Κάστορος καρυατίζειν μαθόντες... άπαντα μετά μουσικής ποιούσιν άχρι του πολεμείν προς αυλόν και ρυθμόν" (οι Λακεδαιμόνιοι, οι θεωρούμενοι άριστοι των Ελλήνων, αφού έμαθαν να καρυατίζουν (δηλ. να χορεύουν το χορό "καρυάτις") από τον Πολυδεύκη και τον Κάστορα... κάνουν το καθετί με μουσική, μέχρι και τον πόλεμο, με συνοδεία αυλού και ρυθμού).

http://www.musipedia.gr/
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
καστόριον, μέλος · μελωδία λακωνικού στρατιωτικού εμβατηρίου, που τραγουδούσαν στη μάχη με συνοδεία αυλού . Πλούτ. (Περί μουσ. 1140C. 26): "καθάπερ Λακεδαιμόνιοι, παρ' οίς το καλούμενον καστόρειον ηυλείτο μέλος, οπότε τοις πολεμίοις εν κόσμω προσήεσαν μαχεσόμενοι" (όπως οι Λακεδαιμόνιοι, στους οποίους το λεγόμενο καστόρειο μέλος παιζόταν στον αυλό, όταν προχωρούσαν με τάξη στη μάχη).
Και ο Πολυδεύκης , (IV, 78) καθορίζει με τον ίδιο τρόπο το καστόρειο: "μέλος δε, καστόρειον μεν, το Λακωνικόν εν μάχαις, υπό τον εμβατήριον ρυθμόν"·

Πρβ. Πίνδ. 2ος Πυθιόνικος, επωδή 3, στ. 69 (PLG Ι, 112).

συν. καστόρειον

http://www.musipedia.gr/
 
Top