domesticus
Lupus non curat numerum ovium
Μὲ πολλὴ πολλὴ θλίψη πληροφορήθηκα τὸ ὀδυνηρὸ γεγονὸς τῆς ἐκδημίας τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης κυροῦ Μελετίου.
Εἶχα τὴν εὐλογία νὰ τὸν γνωρίσω ἀπὸ κοντὰ καὶ νὰ τὸν ζήσω γιὰ κάποιο διάστημα.
Εἶναι ὁ μοναδικὸς ἐπίσκοπος ποὺ ἔχω γνωρίσει καὶ ποὺ δὲν ἦταν δεσπότης ἀλλὰ ποιμενάρχης. Ἁπλοῦς καὶ μὲ μεγάλη πίστη στην καρδιά του πρὸς τὸν Μεγάλο Ἀρχιερέα.
Ἐπέδειξε μεγάλη φροντίδα γιὰ τὸ ποίμνιό του σὲ μιὰ Μητρόπολη βαθιὰ πληγωμένη. Προέβη σὲ θαυμάσιες ὀργανωτικὲς ἐνέργειες ἀλλὰ κυρίως ἐπέδειξε μεγάλη ἐπιμέλεια στὴν λατρευτικὴ μόρφωση τοῦ ποιμνίου του. Κατακρίθηκε μάλιστα γι' αὐτό καλῶς ἤ κακῶς. Ἀλλὰ καλύτερα νὰ κατακρίνεται κάποιος γιὰ κάτι ποὺ κάνει παρὰ νὰ κάθεται «μακάριος» ἐφευρίσκοντας λείψανα ἤ ἀποχωρῶντας στὴ μέση τῆς Λειτουργίας.
Σοφὸς ἱεράρχης μὲ συγγραφικὸ ἔργο πλούσιο καὶ ἐπιστημονικὸ καὶ πολύγλωσσο. Ἀνοικτόμυαλος ἐπίσκοπος χωρὶς ψευδοζηλωτικὲς φιλοδοξίες.
Γιὰ μένα ὑπῆρξε ἀποκάλυψη πραγματικὴ ἡ γνωριμία μου μαζί του. Ἦταν ὁ πρῶτος, καὶ πιθανότατα ὁ τελευταῖος, Μητροπολίτης, ποὺ ὅταν ἕνα μεσημέρι τὸν ἐπισκέφθηκα στὸ ταπεινό ἐπισκοπεῖο τῆς Πρέβεζας μετὰ ἀπὸ ταξίδι, ἀνασκουμπώθηκε καὶ μαζί μὲ τὸν διακονητή μοναχό (ποιὸς διακονοῦσε ποιὸν ἄραγε ...) καθάρισε πατάτες καὶ λαχανικὰ κι ἔφτιαξε γιαχνὶ νὰ γευματίσουμε. Αὐτὸς μαγείρευε, ἐμεῖς στρώναμε τραπέζι. Κι ὅλο αὐτὸ τελείως ἀνεπιτήδευτα, χωρὶς δεσποτικὴ ὑποκρισία ἀλλὰ μὲ τὴν ἀπόλυτη φυσικότητα τῆς συνήθειας.
Ὁ κυρὸς Μελέτιος ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος, Ποιμενάρχης ἀκολουθῶντας τὰ ἀρχαία καὶ σήμερα ξεχασμένα, λησμονημένα καὶ λοιδορούμενα ἐπισκοπικὰ πρότυπα τῶν παλαιῶν Ἱεραρχῶν.
Ἐπισκόπευε τὶς ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου του καὶ ὄχι τὶς δικές του τὶς ἐγωϊστικές.
Διακονοῦσε, δὲν δέσποζε.
Δίδασκε, δὲν ὑποκρινόταν.
Θὰ ἔγραφα κι ἄλλα, ἀλλὰ περίλυπος ἐστὶν ἡ ψυχή μου.
Αἰωνία του μνήμη, τουλάχιστον γιὰ μένα.
Εἶχα τὴν εὐλογία νὰ τὸν γνωρίσω ἀπὸ κοντὰ καὶ νὰ τὸν ζήσω γιὰ κάποιο διάστημα.
Εἶναι ὁ μοναδικὸς ἐπίσκοπος ποὺ ἔχω γνωρίσει καὶ ποὺ δὲν ἦταν δεσπότης ἀλλὰ ποιμενάρχης. Ἁπλοῦς καὶ μὲ μεγάλη πίστη στην καρδιά του πρὸς τὸν Μεγάλο Ἀρχιερέα.
Ἐπέδειξε μεγάλη φροντίδα γιὰ τὸ ποίμνιό του σὲ μιὰ Μητρόπολη βαθιὰ πληγωμένη. Προέβη σὲ θαυμάσιες ὀργανωτικὲς ἐνέργειες ἀλλὰ κυρίως ἐπέδειξε μεγάλη ἐπιμέλεια στὴν λατρευτικὴ μόρφωση τοῦ ποιμνίου του. Κατακρίθηκε μάλιστα γι' αὐτό καλῶς ἤ κακῶς. Ἀλλὰ καλύτερα νὰ κατακρίνεται κάποιος γιὰ κάτι ποὺ κάνει παρὰ νὰ κάθεται «μακάριος» ἐφευρίσκοντας λείψανα ἤ ἀποχωρῶντας στὴ μέση τῆς Λειτουργίας.
Σοφὸς ἱεράρχης μὲ συγγραφικὸ ἔργο πλούσιο καὶ ἐπιστημονικὸ καὶ πολύγλωσσο. Ἀνοικτόμυαλος ἐπίσκοπος χωρὶς ψευδοζηλωτικὲς φιλοδοξίες.
Γιὰ μένα ὑπῆρξε ἀποκάλυψη πραγματικὴ ἡ γνωριμία μου μαζί του. Ἦταν ὁ πρῶτος, καὶ πιθανότατα ὁ τελευταῖος, Μητροπολίτης, ποὺ ὅταν ἕνα μεσημέρι τὸν ἐπισκέφθηκα στὸ ταπεινό ἐπισκοπεῖο τῆς Πρέβεζας μετὰ ἀπὸ ταξίδι, ἀνασκουμπώθηκε καὶ μαζί μὲ τὸν διακονητή μοναχό (ποιὸς διακονοῦσε ποιὸν ἄραγε ...) καθάρισε πατάτες καὶ λαχανικὰ κι ἔφτιαξε γιαχνὶ νὰ γευματίσουμε. Αὐτὸς μαγείρευε, ἐμεῖς στρώναμε τραπέζι. Κι ὅλο αὐτὸ τελείως ἀνεπιτήδευτα, χωρὶς δεσποτικὴ ὑποκρισία ἀλλὰ μὲ τὴν ἀπόλυτη φυσικότητα τῆς συνήθειας.
Ὁ κυρὸς Μελέτιος ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος, Ποιμενάρχης ἀκολουθῶντας τὰ ἀρχαία καὶ σήμερα ξεχασμένα, λησμονημένα καὶ λοιδορούμενα ἐπισκοπικὰ πρότυπα τῶν παλαιῶν Ἱεραρχῶν.
Ἐπισκόπευε τὶς ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου του καὶ ὄχι τὶς δικές του τὶς ἐγωϊστικές.
Διακονοῦσε, δὲν δέσποζε.
Δίδασκε, δὲν ὑποκρινόταν.
Θὰ ἔγραφα κι ἄλλα, ἀλλὰ περίλυπος ἐστὶν ἡ ψυχή μου.
Αἰωνία του μνήμη, τουλάχιστον γιὰ μένα.