Εικονογραφικά των Χριστουγέννων

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Αγαπητοί φίλοι μου,
καλά Χριστούγεννα!

Επειδή η υμνογραφία των Χριστουγέννων σχετίζεται άμεσα με την εικονογραφία της, έκρινα καλό να βάλω στην ενότητα αυτή δύο σχετικά άρθρα που βρήκα (από τα πολλά που υπάρχουν). Αν κρίνεται ότι πρέπει να μεταφερθούν αλλού, ας γίνει.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
(πηγή http://byzicons.net/articles/index_gr.php)

Σημειώσεις ενός εικονογράφου: Η Γέννηση του Κυρίου

από τον Μοναχό Γρηγόριο Κρουγκ


Aπόδοση από τα Γαλλικά Σπυρίδων Μαρίνης. © Εκδόσεις: Ν. Δ. Παναγόπουλος

Η Γέννηση του Κυρίου

«Τον δι' ημάς τους ανθρώπους
και διά την ημετέραν σωτηρίαν
κατελθόντα εκ των Ουρανών...»

Η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού εμφανίζεται στην αρχή του Χριστιανισμού, πιθανώς στην αποστολική εποχή. Οι αποστολικοί κανόνες προτρέπουν να εορτάζεται η ημέρα της Γεννήσεως του Χριστού την 25η Δεκεμβρίου, δείχνοντας έτσι τη σημασία αυτής της εορτής για την Εκκλησία.

«Προσέξτε, αδελφοί, τας εορτάς· πρώτη των εορτών, η της Γεννήσεως του Χριστού».

Αυτή η ιδιαίτερη μνεία του εορτασμού των Χριστουγέννων χαρακτηρίστηκε από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο με τα ακόλουθα λόγια: «Και δεν θα έχει κάνει λάθος, αυτός που θα ονομάσει την εορτή των Χριστουγέννων μητέρα ολων των άλλων εορτών...».

Όπως πηγάζουν από την ίδια πηγή τα διάφορα ρυάκια, έτσι κι όλες οι εορτές πηγάζουν από την εορτή της Γεννήσεως του Χριστού, που είναι σαν μια καινούργια δημιουργία του κόσμου. Η σάρκωση του Λόγου του Θεού που εορτάζεται σ' αυτή την εορτή γίνεται ακρογωνιαίος λίθος· η σάρκωση του Θεού χωρίζει μυστηριωδώς το φως από το σκοτάδι, σύμφωνα με τα λόγια του αγίου Ιωάννου: «Κάθε πνεύμα που ομολογεί, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθε σαν άνθρωπος, είναι απ' τον Θεό, και κάθε πνεύμα που δεν ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθε σαν άνθρωπος, δεν είναι από τον Θεό. Είναι το πνεύμα του Αντιχρίστου...».

Ο χρόνος που προηγείτο της Γεννήσεως του Χριστού ήταν γεμάτος από τό βαθύ αίσθημα ενός απροσδιόριστου κακού... Κάθε στιγμή αισθανόταν κανείς την αβεβαιότητα αυτού του χρόνου. Οι λαοί που έζησαν πριν τη Σάρκωση του Χριστού βρίσκονταν σε μια συνεχή κίνηση. Η πνευματική κληρονομιά των λαών δεν διατηρούσε μια στατική ιδιαιτερότητα, αλλά εμπλουτιζόταν και ένωνε διαφορετικά στοιχεία. Οι πολιτισμοί διαφορετικών λαών εισέδυαν, επηρέαζαν και μετέβαλαν ο ένας τον άλλο. Ο κόσμος πριν από τη Γέννηση του Χριστού μοιάζει με καλοοργωμένο χωράφι, έτοιμο να λάβει τον σπόρο της αιώνιας ζωής - απαρχή του μέλλοντος Αιώνος.

Η εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού περιέχεται μυστηριακά στο όνειρο του Ναβουχοδονόσορα και εξηγείται προφητικά από τον προφήτη Δανιήλ (κεφ.2). Ο βράχος που ξεριζώθηκε από το όρος χωρίς να τον αγγίξει ανθρώπινο χέρι και κατέστρεψε το μεγάλο είδωλο, είναι η εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού. Συνήθως στην εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού, ο Σωτήρας έχει μια κάποια εικονική ομοιότητα με την πέτρα που νίκησε και κατέστρεψε τον τρομερό ανθρώπινο εγωισμό υπό τη μορφή του ειδώλου. Το Παιδίον αναπαριστάνεται στο μέσο της εικόνας, σπαργανωμένο· το μέγεθός του είναι εξαιρετικά μικρό. Συχνά, λόγω των διαστάσεών της, η αναπαράσταση του Σωτήρα είναι πιο μικρή απ' όλα τ' άλλα πρόσωπα της εικόνας, κι όμως, παρ' όλα αυτά παραμένει η εικόνα του Κυρίου - η εικόνα του Χριστού. Μέσα στην εικόνα o Σωτήρας καταλαμβάνει τη βασιλική θέση του Δεσπότου. Ωστόσο, η Θεοτόκος εικονίζεται πιο μεγάλη απ' όλα τ' άλλα πρόσωπα της εικόνας κι εδώ είναι ακριβώς που ερμηνεύεται n προφητεία του Δανιήλ, διά μέσου του ονείρου του Ναβουχοδονόσορα. Ο τύπος του όρους και του βράχου που ξεριζώθηκε από μόνος του είναι η προφητική εικόνα της αειπαρθενίας της Θεοτόκου.

Αυτή η ελαχιστότητα του Σωτήρα δέχτηκε την ταπείνωση των σπαργάνων και της φάτνης των ζώων. Αυτή η ελαχιστότητα είναι το μυστήριο, χάρη στο οποίο το ανθρώπινο γένος σώθηκε από το δηλητήριο του εγωισμού, που διοχετεύτηκε από το Σατανά στον άνθρωπο με την παρακοή της Εύας. Ολόκληρη η ανθρώπινη ματαιοδοξία που γεννήθηκε από τον εγωισμό του Σατανά, μπροστά στη Γέννηση του Χριστού έχασε κάθε δύναμη και φαινομενική δόξα. Η εκπλήρωση της προφητείας συμπεριλαμβάνεται στον ύμνο της Θεοτόκου: «Κατέβασε από θρόνους άρχοντες και ανύψωσε ταπεινούς». Η εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού είναι τύπος της δόξας που δεν έχει τέλος, της εθελουσίας κενώσεως του Χριστού. Ολόκληρη η σύνθεση αυτής της εικόνας τα μαρτυρεί. Το θεμελιώδες νόημα της εορτής, που εκφράζεται με την εικόνα αυτή, γίνεται σφραγίδα για όλες τις άλλες εικόνες: παρουσιάζει τη δόξα του Χριστού που έγινε με τη θέλησή του άνθρωπος· δόξα της ταπείνωσής του.

Η νίκη του Δαυΐδ όταν χτύπησε με μια πέτρα τον γίγαντα της φυλής των Φιλισταίων, Γολιάθ, φαίνεται να προεικονίζει, όπως και η Γέννηση του Χριστού, την κατάργηση του εγωισμού.

Για τον Χριστό, Παιδίον-Θεό, το ξαπλωμένο μέσα στη σπηλιά σαν μέσα στα σπλάγχνα της γης, μαρτυρεί και η εικόνα της παραβολής του κόκκου σινάπεως, όταν ο ίδιος ο Σωτήρας μίλησε για τη βασιλεία των ουρανών. Ο σπόρος του σιναπιού, ο μικρότερος απ' όλους τους σπόρους, φυτεύεται στη γη για να δώσει ένα μεγάλο δέντρο· κατά τον ίδιο τρόπο, μπορεί να πει κανείς, ο Χριστός, ουράνιο βασίλειο, που έλαβε σάρκα, ζωντανή Ιερουσαλήμ, έπεσε σαν "κόκκος σινάπεως" στα σκοτεινά σπλάγχνα της γης κι εβλάστησε σε μια σπηλιά σκαμμένη στη γη. Το γεγονός οτι η ίδια η Μητέρα του Θεού ανέκλινε τον Υιό της, όχι μέσα σ' ένα οποιοδήποτε σπίτι, ούτε στην επιφάνεια της γης, αλλά σ' ένα σπήλαιο, βαθιά στη γη κατά κάποιο τρόπο, αυτό λοιπόν το γεγονός είναι το αλάτι που αλάτισε τα σπλάγχνα της γης, αυτά που δέχτηκαν μια νέα ζωή άγνωστη ως εκείνη τη στιγμή. Στην εικόνα της Γεννήσεως η σπηλιά παρουσιάζεται συνήθως πολύ απλά, χωρίς προσπάθεια να φανούν οι λεπτομέρειες, η να δοθεί κάποιος φωτισμός ιδιαίτερος· παρουσιάζεται σαν ένα άνοιγμα εντελώς μαύρο, σαν το ανοιχτό στόμα της γης. Κι αυτή η μαυρίλα δεν γλυκαίνεται με τίποτε. Κι αυτή η μαυρίλα έρχεται σε δυνατή αντίθεση με το φως του Σωτήρα, με το φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι του, με τή λευκότητα των σπαργάνων με τα οποία τον σπαργάνωσε η Θεομήτωρ.

Η γη στην εικόνα της Γεννήσεως, δεν παρουσιάζεται ομαλή κι επίπεδη, όχι· είναι γεμάτη κίνηση, τινάγματα, λόφους, σκάμματα. Η κίνηση αυτή θυμίζει τα κύματα της θάλασσας. Κι αυτό το ορεσίβιο στοιχείο, το επικίνδυνο, της γήινης επιφάνειας, δε μαρτυρεί μόνο τον επικίνδυνο χαρακτήρα του συγκεκριμένου τόπου κοντά στην Ιερουσαλήμ, αλλά και ένα άλλο μυστικό και γενικότερο νόημα. Η γη αναγνώρισε την έλευση του Σωτήρα και ανταποκρίθηκε σ' αυτήν αναγεννώμενη και αναζωογονούμενη· σαν ένα φύραμα άρχισε να ζυμώνεται, διότι ένοιωσε μέσα της τη μαγιά της αιώνιας ζωής. Κι αυτές οι κυματιστές αναδιπλώσεις της γης και τα τινάγματα του εδάφους γύρω από το σπήλαιο δεν είναι άδεια, αλλά γεμάτα από την κατανόηση και τη χαρά του γεγονότος. Συνήθως, στις εικόνες της Γεννήσεως εικονίζονται επίσης οι άγγελοι, οι μάγοι και οι βοσκοί. Οι άγγελοι, ως οι πρώτοι αγγελιαφόροι και μάρτυρες της Καλής Αγγελίας της Γεννήσεως του Χριστού· οι μάγοι και οι βοσκοί, ως το ανθρώπινο γένος που καλείται να προσκυνήσει τον Χριστό. Σημειωτέον, ότι οι μάγοι και οι βοσκοί δεν συνθέτουν μια κοινή σύναξη και αυτοί καθεαυτοί δεν βρίσκονται κοντά μεταξύ τους.

Οι βοσκοί παρουσιάζουν τον εκλεκτό ιουδαϊκό λαό· ο ουρανός άνοιξε γι' αυτούς και η σύναξη των αγγέλων που ψάλλουν ωδή στον Θεό έγινε ορατή. Εκλήθησαν να προσκυνήσουν τον Χριστό στο όνομα του Ισραήλ. Δέχτηκαν κατευθείαν από τους αγγέλους την Καλή Αγγελία. Οι μάγοι που είναι η κορυφή του ειδωλολατρικού κόσμου ανυψώνονται ως το επίπεδο της κατανόησης του νοήματος της Γεννήσεως. Ανυψώνονται μ' έναν τρόπο, όχι απλό, αλλά δύσκολο και σύνθετο κι έρχονται να προσκυνήσουν τον Χριστό, όχι από μέρη κοντινά, αλλά πολύ μακρινά· κατά την ορθόδοξη παράδοση, από την Περσία· η πορεία των μάγων, που οδηγούνται από ένα άστρο, είναι δύσκολη και μακρινή. Δεν οδηγήθηκαν από τους αγγέλους, αλλά από την κίνηση του αστέρος, χωρίς εδώ να αποκαλυφθούν τα πάντα. Έτσι, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει οτι το αστέρι που οδηγούσε τους μάγους στη Βηθλεέμ δεν ήταν ένα απλό αστέρι, αλλά ένας άγγελος που ακτινοβολούσε σαν άστρο και οδηγούσε τους μάγους της ανατολής στην προσκύνηση του Χριστού.

Η Καλή Αγγελία έχει διαφορετικές όψεις, όπως και οι δρόμοι των ποιμένων και των μάγων, που συνδέονται τελικά από τον Εμμανουήλ, τον Χριστό που ήλθαν να προσκυνήσουν, με τον ίδιο τρόπο, που δύο τοίχοι ενός οικοδομήματος συνδέονται από τον πέτρινο σύνδεσμο πάνω στον οποίο στηρίζεται ολόκληρη η οικοδομή· χωρίς αυτόν τον σύνδεσμο δύο τοίχοι δεν θα συναντιούνταν ποτέ και δεν θ' αποτελούσαν ποτέ τοίχους του ίδιου οικοδομήματος. Αυτή η ιδέα εκφράζεται πολύ καθαρά στην εικόνα της Γεννήσεως. Οι μάγοι συνθέτουν μια ομάδα ξεχωριστή από την ομάδα των ποιμένων. Οι ποιμένες παρουσιάζονται επίσης ξεχωριστά καθώς ακούνε τους αγγέλους. Στο πάνω μέρος της εικόνας, ακριβώς πάνω από το σπήλαιο, τοποθετείται ο αστέρας που οδήγησε τους μάγους και παρουσιάζεται μ' έναν τρόπο πολύ λίγο συνηθισμένο. Είναι σαν να εστάλη να σταθεί πάνω ακριβώς απο τη σπηλιά· δεν παρουσιάζεται σε κάποια άκρη, ξεχωριστά από την όλη σύνθεση, αλλά εξέρχεται από τις ουράνιες σφαίρες που ζωγραφίζονται στο κέντρο της εικόνας· το άστρο της Βηθλεέμ διατηρήθηκε σαν σύμβολο, όχι μόνο στις εικόνες της Γεννήσεως, αλλά και στη θεία λειτουργία. Όταν τελειώνει η προσκομιδή, τοποθετεί ο ιερέας στον "δίσκο" τον "αστέρα" πάνω από τον αμνό του υψωθέντος και ευλογηθέντος άρτου. Αύτος ο αστέρας είναι σε ανάμνηση εκείνου που στάθηκε πάνω από τη φάτνη, όπου ανακλίθηκε το θείον βρέφος. Και το μανουάλι που τοποθετείται, την παραμονή των Χριστουγέννων, στη μέση της εκκλησίας, συμβολίζει το άστρο της Γεννήσεως.

Φαίνεται πως το άστρο κατέχει μια τέτοια θέση στη γιορτή των Χριστουγέννων επειδή είναι το μυστικό αρχέτυπο του Χριστού, όπως μαρτυρεί η Αποκάλυψη: «Είμαι ρίζα και απόγονος του Δαυίδ - Ο φωτεινός και πρωινός αστέρας».

Συνήθως, παρουσιάζουν στην εικόνα της Γεννήσεως τον Ιωσήφ, τον μνηστήρα της Παρθένου, σκυμμένον απο θλίψη, βασανιζόμενον από αμφιβολίες, μη όντας σε θέση να αφομοιώσει το μυστήριο της Γεννήσεως υιού από Παρθένο. Μπροστά του στέκεται ο δαίμων με τη μορφή ενός γέρου βοσκού, που δοκιμάζει να ταράξει τον Ιωσήφ. Είναι χαρακτηριστικό πολλών εικόνων της Γεννήσεως ότι η Θεομήτωρ έχει το πρόσωπο στραμμένο, όχι προς τον Σωτήρα, αλλά προς τον Ιωσήφ με μια έκφραση κατανόησης και βαθιάς λύπης. Η Θεομήτωρ μοιάζει να θέλει να βοηθήσει με όλες τις δυνάμεις της τον Ιωσήφ· σ' αυτή τη φροντίδα προσδιορίζεται κιόλας το υπούργημά της ως Βασίλισσας των ουρανών μεσίτριας του ανθρωπίνου γένους, αυτής που φέρει τις θλίψεις των ανθρώπων.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
πηγή: http://byzicons.net/articles/ouspensky_xristougenna_gr.php

Η εικόνα των Χριστουγέννων στο φως της ορθόδοξης ερμηνείας

από τον Λεωνίδα Ουσπένσκυ

Μετάφραση Β. Μουστάκη (ανατύπωση)

Λ.Ουσπένσκυ, Η Θεολογία της Εικόνας στην ορθόδοξη Εκκλησία, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1993.


Χριστός επί γης, Υψωθήτε!

Την εικόνα της Γεννήσεως την βλέπουν εκείνοι που δεν είναι μπασμένοι στο πνεύμα της ορθοδόξου λατρείας φορτωμένη με περιττές λεπτομέρειες. Η σύνθεσή της τους φαίνεται κάπως παιδαριώδης, άταχτη, περισσότερο απλοϊκή παρά σοβαρή1. Εν τούτοις, αυτή η αφέλεια κι αυτή η απλοϊκότητα είναι κάτι πολύ βαθύ, κάτι που μας κάνει να θυμηθούμε τα λόγια του Κυρίου: «Αμήν λέγω υμίν, ος εάν μη δέξηται την βασιλείαν του Θεού ως παιδίον, ου μη εισέλθη εις αυτήν». Η εικόνα της Γεννήσεως, βασιζόμενη πάνω στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, μας αποκαλύπτει το δογματικό περιεχόμενο και την όλη έννοια της Εορτής. Με τα χρώματα και τον πλούτο των λεπτομερειών κι ακριβώς με την απλοϊκότητά της, είναι η πιο χαρωπή από τις εικόνες των μεγάλων δεσποτικών εορτών.

Η εικονογραφική παράδοση της Ορθοδοξίας φυλάει μ' ακρίβεια τον καθιερωμένο τύπο της Γεννήσεως, που είναι ο πιο πλούσιος κι ο πιο πλήρης σε περιεχόμενο. Είναι δε ο ακόλουθος: Στην μέση, μπροστά από κάτι βουνά το σπήλαιο όπου είναι αναπεσμένος ο Κύριός μας στην φάτνη, ανάμεσα σε δύο ζώα· πλάϊ, η Παρθένος αναπεσμενη κι αυτή σ' ένα στρωσίδι· στο πάνω μέρος, οι Άγγελοι κι ο Αστήρ· από τη μια μεριά του σπηλαίου, οι Ποιμένες, από την άλλην oι Μάγοι, που έρχονται να προσκυνήσουν τον Χριστό. Κάτω, στις δύο άκρες, από εδώ δύο γυναίκες πλένουν το Παιδίον και από εκεί ο Ιωσήφ καθισμένος απέναντι σ' έναν γέροντα όρθιο που κρατάει ένα ραβδί.

Ως προς το περιγραφικό της στοιχείο, η εικόνα αντιστοιχει στο κοντάκιον: «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει. Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσιν. Δι' ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός». Η εικόνα προσθέτει και τις δύο σκηνές που παριστάνονται στις κάτω άκρες της και που δεν τις ερμηνεύει το κοντάκιον, αλλά είναι παρμένες από την Παράδοση.

Ως προς το περιεχόμενό της η εικόνα της Γεννήσεως έχει δύο όψεις. Πριν απ' όλα ξεσκεπάζει την έννοια της Εορτής, το γεγονός της σαρκώσεως του Λόγου· μας θέτει μπροστά σε μια ορατή μαρτυρία του θεμελιώδους δόγματος της πίστεώς μας, υπογραμμίζοντας τόσο την θεότητα όσο και την ανθρωπότητα του Ιησού. Κατά δεύτερο λόγο μας δείχνει την ενέργεια αυτού του γεγονότος πάνω στον φυσικό κόσμο και υπαινίσσεται την προοπτική όλων των σωτηρίων συνεπειών του γεγονότος αυτού. Γιατί, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, η Γέννηση του Κυρίου μας «δεν είναι η εορτή της δημιουργίας, αλλά η εορτή της αναπλάσεως του κόσμου», μια ανανέωση που αγιάζει την κτίση. Η ενανθρώπηση του Θεού δίνει στην κτίση μια καινούργια σημασία, που είναι o σκοπός κι ο λόγος της υπάρξεως της: η μέλλουσα μεταμόρφωσή της. Γι'αυτό όλη η δημιουργία λαβαίνει μέρος στο μυστήριο της γεννήσεως του Λυτρωτή και βλέπουμε γύρω από τον Θεάνθρωπο τους εκπροσώπους όλων των κτισμάτων, που του προσφέρουν την ευγνωμοσύνη τους, κατά το στιχηρόν: «Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι' ημάς; Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων την ευχαριστίαν σοι προσάγει. Oι άγγελοι τον ύμνον, οι ουραvoί τον αστέρα,οι μάγοι τα δώρα, oι ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε μητέρα Παρθένον». Η εικόνα προσθέτει τα ζώα και τα φυτά. Το κέντρο της συνθέσεως αντιστοιχεί στο κεντρικό χρονικό σημείο της Εορτής. Όλες oι λεπτομέρειες συγκλίνουν προς αυτό το σημείο· είναι το Παιδίον εσπαργανωμένον, αναπεσμένο στην φάτνη, στο σκοτεινό βάθος του σπηλαίου όπου γεννήθηκε. Τα Ευαγγέλια δεν λέγουν τίποτε για το σπήλαιο· μας πληροφορεί γι' αυτό η Παράδοση. Η πιο αρχαία γραπτή μαρτυρία σχετικά μ' αυτό είναι εκείνη του φιλοσόφου και μάρτυρος Ιουστίνου, ο οποίος λέγει: «Μην έχοντας ο Ιωσήφ που να κατοικήσει σ' εκείνη την πολίχνη, εγκαταστάθηκε σε μια σπηλιά όχι πολύ μακριά από την Βηθλεέμ».

Το Παιδίον που ειναι αναπεσμένο στην φάτνη είναι ο ίδιος o Θεός που φανερώθηκε σ' εκείνους που κάθονταν «εν σκότει και σκιά θανάτου», για να τους σώσει από την κατάρα του προπατορικού αμαρτήματος, για να μεταμορφώσει την ανθρώπινη φύση και να της ξαναδώσει το αρχαίο κάλλος. Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης συγκρίνει την γέννηση μέσα στο σπήλαιο με το πνευματικό φως που έλαμψε μέσα στα σκότη του θανάτου που τυλίγανε το ανθρώπινο γένος. Η μαύρη τρύπα του σπηλαίου πάνω στην εικόνα παριστάνει συμβολικά τον υλικό κόσμο, που σκιάζεται από την αμαρτία και όπου ανατέλλει ο «Ηλιος της Δικαιοσύνης».

Το κατά Λουκάν άγιον Ευαγγέλιον μιλάει για την φάτνη και τα σπάργανα: «Και εσπαργάνωσεν (η Παναγία) αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη». Και λίγο παρακάτω η φάτνη και τα σπάργανα είναι τα σημάδια που έδωσε ο άγγελος στους τσομπάνηδες για ν'αναγνωρίσουν τον Σωτήρα: «Και τούτο υμίν το σημείον ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν φάτνη».

Το στιχηρό που ανέφερα προηγουμένως μας λέγει ότι η φάτνη είναι το δώρο που προσφέρει η έρημος στον τεχθέντα. Η έννοια αυτών των λόγων μας αποκαλύπτεται από τον άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό που λέγει: «Άλογε άνθρωπε, γονάτισε μπροστά στην φάτνη από την οποία θα ταγισθείς τον Λόγο». Αυτός ο έρημος τόπος, που πρόσφερε την φάτνη σαν άσυλο στον Κύριo, προτυπώθηχε στην Παλαιά Διαθήκη· γιατί και τότε στην έρημο δόθηκε στους εβραίους το μάννα, «ο άρτος εξ ουρανού».

Η ενανθρώπηση του Θεού αρχίζει και καταλήγει με την ταπείνωση. Η εικόνα μας δείχνει την κένωση της θεότητας, την ταπείνωση, το ολοκληρωτικό κατέβασμα Εκείνου που στην φάτνη προδιατυπώνει και τον θάνατό του, τον τάφο του, όπως με τα σπάργανα προσημαίνει το σάβανο του.

Μέσα στο σπήλαιο, δίπλα στον Σωτήρα, βλέπουμε τον βουν και τον όνον. Τα Ευαγγέλια δεν αναφέρουν αυτά τα ζώα· εν τούτοις, σ' όλες τις εικόνες της Γεννήσεως τα συναντάμε πλάϊ στο Παιδίον. Η θέση που κατέχουν στο ίδιο το κέντρο της εικόνας φανερώνει την σπουδαιότητα που η Εκκλησία αποδίδει σε αυτή την λεπτομέρεια. Η παρουσία των ζώων αυτών εξηγείται, αναμφίβολα, από την πρακτική ανάγκη, οπως την δείχνει η Ακολουθία των Χριστουγέννων: η Παρθένος ταξίδεψε καθισμένη απάνω σ' ένα γαϊδουρακι· όσο για το βόδι, το'χε οδηγήσει εκεί ο μνήστωρ Ιωσήφ που ήθελε να το πουλήσει για ν'ανταποκριθεί στα έξοδά του ταξιδιού. Αλλ'αυτή η πρακτική ανάγκη δεν είναι αρκετή για να δικαιολογήσει την παρουσία των ζώων τόσο κοντά στον Λυτρωτή. Την εξηγεί η προφητεία του Ησαΐα: «Έγνω βους τον κτησάμενον, και όνος την φάτνην του κυρίου αυτού· Ισραήλ δε με ουκ έγνω και ο λαός με ου συνήκεν». Ο Θεός, κατεβαίνοντας στην γη και έχοντας γίνει άνθρωπος, δεν βρήκε θέση ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί αυτοί δεν τον δεχθηκαν. Το σπήλαιο και η φάτνη ανήκουν στα ζώα. Παριστάνοντας τον βουν και τον όνον, η εικόνα μας θυμίζει την προφητεία του Ησαΐα και μας καλεί στην γνώση και στήν κατανόηση του Μυστηρίου της θείας οικονομίας που εκπληρωθηκε με την Γέννηση.

Ό,τι κάνει εντύπωση πριν απ' όλα όταν κοιτάμε την εικόνα της Γεννήσεως, είναι η Παρθενος και η θέση που αυτή κατέχει. Η εικόνα υπογραμμίζει την σπουδαιότητα του μέρους που καταλαμβάνει η Θεομήτωρ στην Γέννηση, δηλαδή στην εορτή της αναπλάσεως του κόσμου. Είναι η καινούργια Εύα. Όπως η πρώτη Εύα έγινε μητέρα των προχριστιανικών ανθρώπων, έτσι η νέα Εύα, η Παρθένος Μαρία, έγινε μητέρα της θεωθείσης ανθρωπότητος. Αλλά η παλιά Εύα είχε δώσει προσοχή στα λόγια του όφεως μέσα στον παράδεισο. Η δεύτερη Εύα άκουσε τον αρχαγγελικό ασπασμό. Μετέχει κι αυτή στην σωτηρία μας, όπως η προμήτωρ υπήρξε αιτία της πτώσεώς μας. Η εικόνα της Γεννήσεως εξαίρει την συμμετοχή της Μαρίας στην σωτηρία μας, προβάλλοντας την Παναγία με ιδιαίτερη έμφαση, στο κεντρικό μέρος, κι ακόμα δίνοντάς της διαστάσεις υπέρμετρες. Σε πολλές εικόνες είναι η πιο μεγάλη απ' όλα τα πρόσωπα. Είναι ξαπλωμένη πολύ κοντά στο θείο της τέκνο πάνω σ' ένα χράμι, αλλά γενικά έξω από το σπήλαιο.

Η στάση της Παρθένου είναι πάντα πολύ σημαντική και δεμένη με τα δογματικά προβλήματα της εποχής και του τόπου, όπου έγινε η εικόνα. Οι διαφορές που παρουσιάζει κάθε φορά υποδηλώνουν την πρόθεση να εξαρθεί πότε η θεότης και πότε η ανθρωπότης του Κυρίου. Έτσι, σε ορισμένες παραστάσεις της Γεννήσεως, η Παρθένος είναι μισοξαπλωμένη-μισοκαθισμένη, η στάση της δηλαδή είναι ανάλαφρη, για να δειχθεί η απουσία των ωδίνων και συνεπώς η παρθενική γέννηση κι η θεία καταγωγή του Παιδίου (εναντίον της πλάνης των νεστοριανών). Αλλά στην πλειονότητα των παραστάσεων η Παρθένος είναι ξαπλωμένη και εκφράζει με την στάση της μιαν άκρα κόπωση και ατονία. Ο Νικόλαος Μεζαρίτης, περιγράφοντας μια τέτοια παράσταση (ενός ψηφιδωτού των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη), λέγει πως ο υπερβολικός κάματος που εκφράζεται στην απεικόνιση της Παρθένου θυμίζει στους πιστούς πως η ενανθρώπηση του Λυτρωτή δεν ήταν φαινομενική, αλλά πραγματική.

Γύρω από τα κεντρικά πρόσωπα του Παιδίου και της Θεοτόκου, βλέπουμε τις λεπτομέρειες που, καθώς είπα ήδη, μαρτυρούν συγχρόνως και το γεγονός της θείας σαρκώσεως και την επίδραση που είχε πάνω στην κτίση.

Oι άγγελοι εκπληρώνουν το διπλό τους λειτούργημα: δοξολογούν, τον Θεό και φέρνουν τα «ευαγγέλια» (= τις καλές αγγελίες) στους ανθρώπους. Η εικόνα εκφράζει αυτό το διπλό λειτούργημα, παριστάνοντας ένα τμήμα των αγγέλων προς τα πάνω, προς τον Θεό, κι ένα άλλο προς τα κάτω, προς τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι απλοϊκοί ποιμένες, που για την καθαρότητα της καρδιάς τους έχουν το προνόμιο να επικοινωνούν με τον υπερφυσικό κόσμο και αξιώνονται να γίvoυν μάρτυρες ενός θαύματος. Παριστάνονται στην εικόνα ακούοντας τον ύμνο των αγγέλων και συχνά ένας από τους τσομπάνηδες παίζει την φλόγερα του, ανακατώνοντας την μουσική, τέχνη ανθρώπινη, με το αγγελικό άσμα2.

Από την άλλη πλευρά του σπηλαίου, βλέπουμε τους Μάγους. Τους οδηγεί ο Αστήρ που μια αχτίνα του κατευθύνεται πάνω στο σπήλαιο. Αυτή η αχτίνα ενώνει επίσης τον Αστέρα με ένα σημείο που ξεπερνά τα όρια της εικόνας και υποδηλώνει συμβολικά τον ουράνιο κόσμο. Η εικόνα υπαινίσσεται έτσι ότι αυτό το άστρο δεν είναι μονάχα ένα κοσμικό φαινόμενο, αλλά και ένας μαντάτορας από το υπερπέραν, που μηνύει ότι στην γη γεννήθηκε Εκείνος που ανήκει στον ουρανό. Αν στους αγράμματους τσομπάνηδες το μυστήριο αποκαλύφθηκε απευθείας από έναν άγγελο oι Μάγοι, άνθρωποι της γνώσεως, πρέπει να κάνουν ένα μακρύ δρόμο που θα τους φέρει από την γνώση του σχετικού στην γνώση του Απόλυτου, μέσον ενός αντικειμένου των μελετών τους. Ο Μέγας Βασίλειος λέγει πως oι Χαλδαίοι αστρολόγοι δέχονταν από γενεά σε γενεά την σχετική με το άστρο προφητεία του Βαλαάμ. Στον Όρθρο των Χριστουγέννων ακούμε: «Του μάντεως πάλαι Βαλαάμ των λόγων μυητάς, σοφούς αστεροσκόπους, χαράς έπλησας». Έτσι, ο Αστήρ ειναι συνάμα η εκπλήρωση της προφητείας και το κοσμικό φαινόμενο, που η παρατήρησή του οδήγησε τους σοφούς «να προσκυνήσουν τον Ήλιο της Δικαιοσύνης». Είναι το φως που, κατά τον Άγιo Λέοντα τον Μέγα, έλαμψε στους εθνικούς και έμεινε κρυμμένο για τους Ιουδαίους. Η Εκκλησία βλέπει στους ποιμένες -στα πρώτα αυτά τέκνα του Ισραήλ που προσκύνησαν το Παιδίον- τις απαρχές της εξ Ιουδαίων Εκκλησίας, και στους μάγους την «απαρχήν των εθνών», την «εξ εθνών Εκκλησίαν». Προσφέροντας στον Χριστό τα δώρα τους, «το καθαρό χρυσάφι προς τον Βασιλέα πάντων των αιώνων, τον λίβανο προς τον Θεό των όλων, και την σμύρνα στον Αθάνατο που επρόκειτο να ταφεί τριήμερος», προσημαίνουν τον θάνατό του και την ανάστασή του. Ας προσθέσω ότι oι μάγοι παριστάνονται γενικά σε διάφορες ηλικίες, για να υπογραμμισθεί ότι η αποκάλυψη δόθηκε στους ανθρώπους ανεξάρτητα από την ηλικία και την κοσμική πείρα τους.

Κάτω, στη μια γωνία της εικόνας, δύο γυναίκες λούζουν το Παιδίον. Αυτή η σκηνή είναι προμηθευμένη από την Παράδοση.

Eίναι μια σκηνή από την καθημερινή ζωή, που δείχνει καθαρά πως ο Τεχθείς ήταν σαν οποιοδήποτε άλλο νεογέννητο κάτω από τις απαιτήσεις της ανθρώπινης φύσεως. Αλλά, από το άλλο μέρος, κατά την ερμηνεία του Νικολάου Μεζαρίτη, οι δύο γυναίκες είναι συνάμα μάρτυρες της θείας προελεύσεως του Παιδίου. Πράγματι, έχοντας έλθει αργά και μην έχοντας παραστεί κατά την γέννηση, η μια απ' αυτές, η Σαλώμη, δεν πίστεψε πως μια Παρθένος μποροϋσε να παιδοποιήσει και τιμωρήθηκε για την απιστία της αυτή· το χέρι της, που ειχε τολμήσει να ικανοποιήσει την αμαρτωλή περιέργεια, έμεινε παράλυτο. Αφού μετενόησε κι άγγιξε το Παιδίον, θεραπεύθηκε.

Mια ακόμη λεπτομέρεια δείχνει πως με την Γέννηση "ήττηνται της φύσεως οι όροι". Πρόκειται για τον μνήστορα Ιωσήφ. Δεν έχει θέση στο κεντρικό μέρος της εικόνας, αλλ' απεναντίας βρίσκεται σαφώς χωρισμένος από το Παιδίον και την Παναγία. Δεν είναι ο πατέρας. Μπροστά του, υπό το φαινόμενο ενος τσομπάνη σκυμμένου από τα χρόνια, στέκεται ο διάβολος που τον πειράζει. Μερικές εικόνες τον παρουσιάζουν άλλοτε με μικρά κέρατα κι άλλοτε με μια σχεδόν αδιόρατη ουρά. Η παρουσία του Αρχεκάκου και το μέρος που παίζει ως πειραστής έχουν μια όλως ιδιαίτερη έμφαση στην εορτή της αναπλάσεως του κόσμου, στα Χριστούγεννα. Η εικόνα, βασιζόμενη στην Παράδοση, μεταδίδει το νόημα ορισμένων λειτουργικών κειμένων (ιδέ Πρώτη και Ενάτη Ώρα), που μιλούν για τις αμφιβολίες του Ιωσήφ και την φοβερή του ψυχική αναστάτωση. Η εικόνα τα εκφράζει όλα αυτά με την περίλυπη στάση του Ιωσήφ, που έχει πίσω του την μαύρη άβυσσο του σπηλαίου. H παράδοση των απόκρυφων μας μεταφέρει τα εξής λόγια του διαβόλου, με τα οποία πειράζει τον μνήστορα της Παρθένου: «Όπως αυτό το ξερό ραβδί δεν μπορεί να πετάξει φύλλα, έτσι και η παρθένος δεν μπορεί να κάνει παιδί».

Αυτό είναι, σε σύντομη έκθεση, το περιεχόμενο της εικονογραφίας της Γεννήσεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κάθε φορά που απομακρύνεται μια εικόνα απ' αυτό, η σημασία που έχει μικραίνει και φτωχαίνει· έτσι η κατάληξη είναι η απώλεια του ουσιώδους δηλαδή της ιστορικής πραγματικότητας και του δογματικού περιεχομένου που μας παρέχονται απο την Αγία Γραφή. Ένα χτυπητό παράδειγμα συναντάμε στην δυτική θρησκευτική ζωγραφική. Oι πίνακες των ζωγράφων της Δύσεως που παίρνουν ως θέμα την Γέννηση δεν παριστάνουν την ίδια την αλήθεια, όπως κάνει η ορθόδοξη εικόνα αλλά ατομικές ερμηνείες αυτής της αλήθειας. Το ιστορικό και δογματικό περιεχόμενο της εικόνας αντικαταστάθηχε μ' ένα περιεχόμενο συναισθηματικό και οικείο, και η Γέννηση του Κυρίου μας ανάγεται έτσι σε μια συγκινητική οικογενειακή σκηνή.

Είναι αυτό που λέγει ο άγιoς Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός: «Εκθέτεις στην όραση ό,τι οδηγεί χαμηλά και περνάς αδιάφορος μπροστά σ' ό,τι εξυψώνει». Μια τέτοια παράσταση της Γεννήσεως που μας προβάλλει ό,τι είναι χαμηλό και φτηνό δηλαδή ό,τι είναι ανθρώπινο απλώς δεν υψώνει το πνεύμα μας και τις αισθήσεις μας στην γνώση του μυστηρίου της θείας Σαρκώσεως· εξανεμίζει αυτό το μυστήριο μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα γυμνά ανθρώπινη, αφήνοντάς μας, έτσι στην φυσική κατάσταση, μέσα στο σαρκικό περιβάλλον.

Η ορθόδοξη εικόνα δεν αποκλείει το ανθρώπινο στοιχείο· βλέπουμε τις ανθρώπινες γνώσεις στους μάγους την εργασία και την τέχνη στους ποιμένες, το φυσικό ανθρώπινο αίσθημα στον δίκαιο Ιωσήφ. Αλλ'αυτή η φυσική ζωή του κόσμου παριστάνεται σ'επαφή με τον υπερφυσικό κόσμο και χάρη σ'αυτή την επαφή κάθε φαινόμενο της ανθρώπινης ζωής βρίσκει την θέση του και την σημασία του, φωτίζεται από ένα καινούργιο περιεχόμενο. Έτσι η εικόνα υψώνει το πνεύμα μας και τις αισθήσεις μας στην θεωρία και την γνώση του μυστηρίου της θείας Σαρκώσεως και μας κάνει να μετέχουμε στον πνευματικό θρίαμβο της Εορτής.

«Βάδιζε με τον Αστέρα -λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός- φέρε δώρα με τους μάγους... δόξασε με τους ποιμένες, αγάλλου με τους αγγέλους, για να γίνει μια η χαρά των ουρανίων και των επιγείων».

Σημειώσεις:
1) Τον παιδικό χαραχτήρα της εικονογραφίας ο Ουσπένσκυ, όπως βλέπουμε, τον είχε διαγνώσει ήδη από το 1951.Είναι σημαντικό, όμως, ότι την αισθητική ερμηνεία αυτού του χαρακτήρα την αποδίδει σ' εκείνους που «δεν είναι μπασμένοι στο πνεύμα της ορθοδόξου λατρείας». Εξηγώντας την παιδική αυτή αφέλεια της εικόνας λειτουργικά, βάσει των λόγων του Κυρίου, κάνει μια υπέρβαση για να δώσει το βάρος όχι στην αισθητική αυτή "χαρά", αλλά στο «πολύ βαθύ δογματικό περιεχόμενο της εικόνας», όπως λέει. Αντίθετα νεώτερες μελέτες δίνουν υπερβολική σημασία στην αισθητική αυτή λεπτομέρεια, η οποία εκτρέπεται από τον δρόμο της θεολογίας της εικόνας. Πρβλ. π. Στ. Σκλήρη, Εν Εσόπτρω, εικονολογικά μελετήματα,εκδ. Μ.Γρηγόρη, Αθήνα 1992, σελ. 33 κ.ε. Η εικονογραφική αφέλεια του σχεδίου οδηγεί τον συγγραφέα στην συστηματοποίηση μιας νεοελληνικής αισθητικής μεθόδου, που «απηχεί (...) τα διαχρονικά διδάγματα και τις λύσεις που έδωσε μια πολιτιστική παράδοση υψηλή, όπως αυτή του ελληνισμού, στο πρόβλημα του ανθρώπου και επομένως και της παιδείας του» (στο ίδιο, σελ. 34).

2) Είναι σημαντική η λειτουργική ερμηνεία του Ουσπένσκυ στην πλάγια (προφίλ) παράσταση των προσώπων μέσα στις εικόνες: «Ο Άγιος βρίσκεται παρών, θα πει, μπροστά μας κι όχι κάπου μέσα στο σύμπαν. Όταν προσευχόμαστε σ' εκείνον βρισκόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του (...) Η κατατομή διακόπτει κατά κάποιο τρόπο την άμεση επαφή· είναι σαν μια αρχή απουσίας. Επομένως, παριστώνται πλαγίως μόνον τα πρόσωπα που δεν έφθασαν στην αγιότητα, όπως για παράδειγμα oι μάγοι και oι βοσκοί στην εικόνα της Γέννησης του Χριστού»
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Top