Γιώργος Μ.
Γιώργος Μπάτζιος
Στις εσπερινούς ιεραρχών και οσίων συνήθως διαβάζεται ένα ανάγνωσμα (επιλογή στίχων) από τη Σοφία Σολομώντος, όπου γίνεται αναφορά στη σοφία και όπου, ανάμεσα σε άλλα, υπάρχει και η ακόλουθη πρόταση.
Ὅτι ὁ πάντων Δεσπότης ἠγάπησεν αὐτήν· μύστις γὰρ ἐστι τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιστήμης, καὶ αἱρέτις τῶν ἔργων αὐτοῦ.
Είναι κάπως προβληματική η λέξη αιρέτις. Έχω ακούσει και έχω δει σε εκδόσεις και τους δύο τονισμούς: αιρέτις και αιρετίς.
Τα γλωσσικά εργαλεία δεν μπορούν να μας διαφωτίσουν και πολύ γιατί πρόκειται μάλλον για μια λέξη-άπαξ, η οποία δεν απαντά πουθενά αλλού στην αρχαία και ελληνιστική γραμματεία (παρά μόνο στον λεξικογράφο Ησύχιο <λ. αἰρετίς>, 5ος αιώνας, ο οποίος όμως λημματογραφεί ακριβώς τη λέξη της Σοφίας Σολομώντος ερμηνεύοντάς την μάλιστα «αγαπώσα, αγαπωμένη», η ερμηνεία όμως η οποία αποτυπώνει μόνο τον τρόπο που γινόταν κατανοητή η λέξη στην εποχή του ή από τον ίδιο).
Δεν γνωρίζω, ούτε έχω πρόχειρη μια ανεύρεση στο εβραϊκό πρωτότυπο. Αν πάντως είναι γεγονός ότι ο συγγραφέας-μεταφραστής δημιούργησε μια λέξη με βάση το ρήμα αιρούμαι (=επιλέγω) θέλοντας να πει «αυτός που επιλέγει (τα έργα του Θεού)» τότε υπάρχουν δύο πιθανότητες ως προς τον τονισμό.
Αν σκόπιμα αναφερόταν σε θηλυκό πρόσωπο (η σοφία) τότε ίσως να δημιούργησε ένα θηλυκό ουσιαστικό αιρετίς (η) [γεν. αιρετίδος]. (Πβ. ελπίς, ελπίδος)
Αν ήθελε απλώς να δημιουργήσει ένα επίθετο (ανεξαρτήτως γένους) τότε ο δόκιμος τύπος θα ήταν αιρέτις, -ιδος (πβ. άπολις, απόλιδος).
Μπορεί όμως απλώς να επηρεάστηκε από την προηγούμενη λέξη μύστις (γενική: μύστεως) και να δημιόύργησε έναν μάλλον αδόκιμο όρο κατ'αναλογίαν προς το μύστις (ανεξαρτήτως γένους). Και σε αυτήν την περίπτωση ο τύπος θα ήταν αιρέτις.
Ποια είναι η άποψη όσων γνωρίζουν τα πράγματα καλύτερα;
Ὅτι ὁ πάντων Δεσπότης ἠγάπησεν αὐτήν· μύστις γὰρ ἐστι τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιστήμης, καὶ αἱρέτις τῶν ἔργων αὐτοῦ.
Είναι κάπως προβληματική η λέξη αιρέτις. Έχω ακούσει και έχω δει σε εκδόσεις και τους δύο τονισμούς: αιρέτις και αιρετίς.
Τα γλωσσικά εργαλεία δεν μπορούν να μας διαφωτίσουν και πολύ γιατί πρόκειται μάλλον για μια λέξη-άπαξ, η οποία δεν απαντά πουθενά αλλού στην αρχαία και ελληνιστική γραμματεία (παρά μόνο στον λεξικογράφο Ησύχιο <λ. αἰρετίς>, 5ος αιώνας, ο οποίος όμως λημματογραφεί ακριβώς τη λέξη της Σοφίας Σολομώντος ερμηνεύοντάς την μάλιστα «αγαπώσα, αγαπωμένη», η ερμηνεία όμως η οποία αποτυπώνει μόνο τον τρόπο που γινόταν κατανοητή η λέξη στην εποχή του ή από τον ίδιο).
Δεν γνωρίζω, ούτε έχω πρόχειρη μια ανεύρεση στο εβραϊκό πρωτότυπο. Αν πάντως είναι γεγονός ότι ο συγγραφέας-μεταφραστής δημιούργησε μια λέξη με βάση το ρήμα αιρούμαι (=επιλέγω) θέλοντας να πει «αυτός που επιλέγει (τα έργα του Θεού)» τότε υπάρχουν δύο πιθανότητες ως προς τον τονισμό.
Αν σκόπιμα αναφερόταν σε θηλυκό πρόσωπο (η σοφία) τότε ίσως να δημιούργησε ένα θηλυκό ουσιαστικό αιρετίς (η) [γεν. αιρετίδος]. (Πβ. ελπίς, ελπίδος)
Αν ήθελε απλώς να δημιουργήσει ένα επίθετο (ανεξαρτήτως γένους) τότε ο δόκιμος τύπος θα ήταν αιρέτις, -ιδος (πβ. άπολις, απόλιδος).
Μπορεί όμως απλώς να επηρεάστηκε από την προηγούμενη λέξη μύστις (γενική: μύστεως) και να δημιόύργησε έναν μάλλον αδόκιμο όρο κατ'αναλογίαν προς το μύστις (ανεξαρτήτως γένους). Και σε αυτήν την περίπτωση ο τύπος θα ήταν αιρέτις.
Ποια είναι η άποψη όσων γνωρίζουν τα πράγματα καλύτερα;